Αφιέρωμα στην Ελλάδα

Η  Ελλάδα είναι μια μεσογειακή χώρα, η οποία έχει μεγάλη επισκεψιμότητα κατά την διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, κυρίως  λόγω  της  μεγάλης  ποικιλίας  τουριστικών προορισμών που διαθέτει. Ανάμεσα τους, πληθώρα πανέμορφων τοπίων και παραλιών καθιστούν την Ελλάδα μοναδικό τόπο τόσο για ξεκούραστες διακοπές, όσο και για εξερεύνηση του φυσικού της πλούτου.
Παραθέτοντας μερικά τοπία από... 



...τη Χαλκιδική













...τη Λευκάδα




...το Λιμνοσπήλαιο Μελισσάνης












... το ναυάγιο της Ζακύνθου.







Μιχαλακάκης Μιλτιάδης

Οι νύχτες, του Vincent Van Gogh

Για μια περίοδο της ζωής του ο Van Gogh ήταν γοητευμένος με την ζωγραφική νυχτερινών τοπίων και ουρανών γεμάτων αστέρια.

Η «Έναστρη Νύχτα» (The Starry Night) ζωγραφίστηκε ενώ ήταν στο άσυλο το Saint-Remy το 1889 και αποτελεί ένα από τα πιο σπουδαία καλλιτεχνικά επιτεύγματα. Είναι από τους πιο γνωστούς πίνακες στο σύγχρονο πολιτισμό και σαν εικόνα, από τις πιο αντιγραμμένες και αναπαραγμένες.
Ο νυχτερινός ουρανός  είναι ένα σημείο του πίνακα με απίστευτη ενέργεια ενώ κάτω από τα αστέρια που εκρήγνυνται, το χωριό βρίσκεται σε απόλυτη ηρεμία. Τα πάντα μοιάζουν χαμένα στην απεραντοσύνη, στην κίνηση του σύμπαντος που τυλίγεται και ρέει. Αυτό που συνδέει γη και ουρανό είναι το φλογόσχημο κυπαρίσσι, ένα δέντρο που συνδέεται παραδοσιακά με τα νεκροταφεία και το πένθος.

Μαριονέτες

Η τέχνη της Μαριονέτας γεννήθηκε στην Ελλάδα, περίπου τον 5ο αι. π.Χ. με την ονομασία "Αγάλματα - Νευρόσπαστα" (σπαστά νεύρα). Το 422 π.Χ. ο πλούσιος Καλλίας παρέθεσε δείπνο και επειδή αγαπούσε να επιδεικνύει τον πλούτο του, εβεβαιώθη ότι ένα περίτεχνα στρωμένο τραπέζι, το άφθονο κρασί και οι ωραίες γυναίκες δεν θα έλειπαν από το γλέντι. Αλλά το μεγάλο γεγονός του απογεύματος ήταν η παράσταση "άφωνος" (παντομίμα) και ενός θεάτρου Νευροσπάστων.
  Τα Νευρόσπαστα και οι θεατρικές παραστάσεις ήταν της "μόδας" μεταξύ των Ελλήνων όπως τουλάχιστον αναφέρεται από τους Έλληνες και Ρωμαίους συγγραφείς. Για πολλούς το θέατρο νευροσπάστων ήταν το σύμβολο της ανθρώπινης μοίρας. Επιφανείς κλασικοί συγγραφείς, φιλόσοφοι, θεολόγοι και επιστήμονες, όπως ο Πλάτων, ο Μάρκος Αυρήλιος, ο Κλεμέντιος ο Αλεξανδρινός, ο Ευσέβιος, ο Επίκτητος, ο Φίλωνας και άλλοι κάνουν συχνές περιγραφές για τις μαριονέτες και τον τρόπο που κινούνταν χρησιμοποιώντας τη λέξη "νευρόσπαστον" συνώνυμη της λατινικής λέξης marionette.

Ο Πλάτων στο βιβλίο του "Οι Νόμοι" κάνει αναφορά στις μαριονέτες λέγοντας: "Ας υποθέσουμε ότι ο καθένας από εμάς είναι μια κινούμενη φιγούρα (νευρόσπαστο) που βρίσκεται στα χέρια των Θεών για τη δική τους διασκέδαση ή επειδή είχαν ένα σοβαρό σκοπό για μας για τον οποίο δε γνωρίζουμε τίποτα. Οι παρορμήσεις που μας κινούν μοιάζουν με κλωστές που τις τραβούν οι θεοί από διάφορες κατευθύνσεις …"
Ο Αριστοτέλης στο σύγγραμμα "Τα Πολιτικά" αναφέρεται στα αγάλματα του Δαίδαλου που είχαν τη μοναδική ιδιότητα στην αγαλματοποιία να έχουν την ικανότητα να κινούνται από μόνα τους.
Νευρόσπαστο απόελεφαντόδοντο
Ο Οράτιος, ο σατυρικός Πέρσιος Φλάκος, και ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος αμφιβάλουν για την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου συγκρίνοντας τον με νευρόσπαστο. Οι Ελληνικές μαριονέτες κατασκευάζονταν από τερακότα (ψημένο χώμα - πηλός), κερί, ελεφαντόδοντο ή ξύλο. Οι εξαιρετικές κατασκευές ήταν από ασήμι.
Μια αρχαία Ελληνική κούκλα αποτέλεσε και την πηγή έμπνευσης για τη γέννηση του Φοίβου και της Αθηνάς, των δυο Μασκότ των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Το πρωτότυπο αγαλματίδιο είναι μια κούκλα κωδονόσχημη και φτιαγμένη από τερακότα (πηλό). Τα πόδια της, συνδέονται με σύρμα με τον καλυμμένο από χιτώνα κορμό της με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι κινητά θυμίζοντας τις σύγχρονες μαριονέτες. Στην αρχαία Ελλάδα οι κούκλες αυτές, γνωστές και ως "νευρόσπαστα", δεν ήταν απλώς παιδικά παιχνίδια αλλά έπαιζαν ρόλο και στη ζωή των ενηλίκων με λατρευτικές και άλλες χρήσεις, όπως διαφαίνεται από τα θρησκευτικά σύμβολα που εμφανίζονται σ' αυτές. Τέτοιες αναφορές συναντάμε ακόμη από τις ημέρες του Όμηρου και του Ησιόδου.
Κωδονόσχημη κούκλα
Σήμερα, μια τέτοια κούκλα από τερακότα φιλοξενείται στο Ελληνικό Αρχαιολογικό μουσείο, ενώ αντίστοιχες υπάρχουν στο Λούβρο και στα μουσεία της Βοστόνης και του Βερολίνου.
Με τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία η τέχνη των νευροσπάστων μεταφέρεται στη Ρώμη και σ΄ όλη την Ευρώπη. Οι Ρωμαίοι είχανε πολλά ονόματα για τις μαριονέτες : pupae, sigillae, imagunculae, homunculi.
Το 12ο αι. μ.Χ. συναντούμε τον πρώτο γνωστό μαριονετίστα στην ιστορία της τέχνης τον Πορθείνο, με αναφορά του γιατρού του Αθηναίου στο βιβλίο του Δεινοσοφιστής ο οποίος επιπλήττει τους Αθηναίους που επέτρεψαν σε ένα μαριονετίστα να χρησιμοποιήσει τη σκηνή του θεάτρου του Διονύσου εκεί που έπαιξαν ο Ευριπίδης και οι άλλοι δραματικοί. Ο Αρχιεπίσκοπος Ευστάθιος της Θεσσαλονίκης στο βιβλίο του Σχολιασμός της Ιλιάδος περιγράφει τον Πορθείνο "διάσημο σε όλη τη χώρα".
Λίγο νωρίτερα από το 1600 τουλάχιστον δώδεκα θέατρα μαριονέτων υπήρχαν στο Λονδίνο. Οι καλλιτέχνες περιόδευαν σε όλη την Αγγλία και έδιναν παραστάσεις σε πανηγύρια και σε πύργους ευγενών. Αυτές οι παραστάσεις πρέπει να είχαν εντυπωσιάσει αρκετά και τον Σαίξπηρ. Συχνά τις αναφέρει και μάλιστα σε ένα σημείο ο Αμλετ εκφράζει την επιθυμία να παρουσιάσει θέατρο μαριονέτας.
Αξιόπιστη πληροφορία για τις παραστάσεις στη Γαλλία επιστέφει μόνο στο τελευταίο τέταρτο του 17ου αι. Το θέατρο του Fanchon Brioche έδωσε παράσταση στη βασιλική αυλή και δημιούργησε τεράστιο ενθουσιασμό μεταξύ των αριστοκρατών θεατών. Προσεκλήθη μάλιστα να επαναλάβει την παράσταση του στην αυλή, αντί 20 λιρών ημερησίως Ο ανιψιός του Brioche ήταν λιγότερο τυχερός. Σε μια περιοδεία του στη Soletta οι κούκλες που παρουσίαζε φαινόντουσαν τόσο ζωντανές, που τον θεώρησαν μάγο. Σώθηκε μάλιστα κυνηγημένος, την τελευταία στιγμή. Οι παραστάσεις που προσέλκυαν πολύ κόσμο, δίνονταν στο θέατρο Des Bamboches που ιδρύθηκε το 1777 στο Παρίσι αλλά η πρόοδος του προξένησε φθόνο μεταξύ των ηθοποιών του ζωντανού θεάτρου που εβλάβησαν από το νέο ανταγωνισμό και κατά τα τέλη του 17ου αι. το θέατρο υποχρεώθηκε να μετακινηθεί στα πανηγύρια των Παρισινών προαστίων. Οι καλλιτέχνες είχαν να αντιπαλέψουν και την Εκκλησία, η οποία θεωρούσε ότι η ηθικότης του Παρισινού λαού ετίθετο σε κίνδυνο από τις παραστάσεις. Έτσι στα μέσα του 18ου αι. χάνονται σιγά-σιγά τα θέατρα μαριονέτας από τη Γαλλία και μεταφέρονται στην Αυστρία, Ιταλία, Γερμανία και αργότερα σε όλη την Ευρώπη...

Πληροφορίες πήραμε από http://www.marionette.gr/

Pablo Neruda (Πάμπλο Νερούδα)

Pablo Neruda

Ο Πάμπλο Νερούδα, (12 Ιουλίου 1904-23 Σεπτεμβρίου 1973) ήταν Χιλιανός συγγραφέας και ποιητής. Σύμφωνα με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, θεωρείται ο σημαντικότερος ποιητής του 20ού αιώνα . Το 1971 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας και των Κομμουνιστικών του πεποιθήσεων.Εξέδωσε πληθώρα ποιητικών συλλογών ποικίλου ύφους, όπως ερωτικά ποιήματα, έργα που διέπονται από τις αρχές του σουρεαλισμού, ακόμα και κάποια που θα μπορούσαν να θεωρηθούν πολιτικά μανιφέστα. Τον Απρίλιο του 2013, 40 χρόνια μετά το θάνατό του, έγινε εκταφή της σορού του, με σκοπό να διακριβωθεί αν είχε πέσει θύμα δολοφονικής επίθεσης με δηλητήριο από πράκτορες του δικτατορικού καθεστώτος που κυβερνούσε τη Χιλή κατά το θάνατό του.
Γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου του 1904, στην πόλη Παράλ της Χιλής. Η μητέρα του πέθανε από φυματίωση έναν μήνα μετά τη γέννησή του κι έτσι ο πατέρας του, Χοσέ, σιδηροδρομικός υπάλληλος, μετακόμισε στην πόλη Τεμούκο, όπου ξαναπαντρεύτηκε. Ο Νερούδα ξεκίνησε να γράφει ποίηση σε ηλικία 10 ετών, αλλά ο πατέρας του τον αποθάρρυνε κι έτσι άρχισε να υπογράφει τα έργα του με το ψευδώνυμο Πάμπλο Νερούδα, υιοθετώντας το επώνυμο του γνωστού Τσέχου συγγραφέα και ποιητή Γιαν Νερούντα. Το μικρό του όνομα εικάζεται ότι το πήρε από τον Γάλλο ποιητή Πωλ Βερλαίν.
Από πολύ νεαρή ηλικία άρχισε να διαβάζει κλασικούς Λατινοαμερικάνους και Ευρωπαίους συγγραφείς. Στο Γυμνάσιο είχε καθηγήτρια την σπουδαία Χιλιανή πεζογράφο και μετέπειτα κάτοχο του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας Γκαμπριέλα Μιστράλ, η οποία τον μύησε στην κλασική Ρώσικη Λογοτεχνία. Εκείνη την εποχή αρχίζει να δημοσιεύει τα πρώτα του ποιήματα, αρχικά με διάφορα ψευδώνυμα. Στη συνέχεια φοίτησε στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο και από εκεί και πέρα άρχισε η πορεία του προς την ευρεία αναγνώριση.
Η εμπειρία του από τις άθλιες συνθήκες επιβίωσης των ανθρώπων στην Ασία, τα καταπιεστικά καθεστώτα (υπήρξε ιδιαίτερα μαχητικός κατά του Ισπανικού Φρανκισμού και γενικά κάθε είδους Φασισμού) και η φιλία του με τους σχεδόν ομοϊδεάτες του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Λουί Αραγκόν και Φιντέλ Κάστρο, υπήρξαν ορισμένοι από τους παράγοντες που τον οδήγησαν να ενστερνιστεί τον κομμουνισμό. Στον Κάστρο είχε αφιερώσει και ένα ποίημα του, στο οποίο τον υμνούσε. Τα έργα του άρχισαν να γίνονται πιο πολιτικοποιημένα, με αποκορύφωμα το Κάντο Χενεράλ, το οποίο έχει μελοποιηθεί από το συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίο έχει μάλιστα συναντηθεί από κοντά. Όταν ο Πρόεδρος Γκονσάλες Βιδέλα απαγόρευσε τον κομμουνισμό στη Χιλή, εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του Νερούδα. Για τέσσερις μήνες κρυβόταν στο υπόγειο ενός σπιτιού στην πόλη Βαλπαραΐσο. Κατόπιν κατάφερε να διαφύγει στην Αργεντινή και από εκεί στην Ευρώπη, όπου έζησε εξόριστος από το 1948 ως το 1952. Στο μεταξύ είχε εκλεγεί Γερουσιαστής με το Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής το 1948. Ανάμεσα στα μέρη που έζησε κατά την περίοδο της εξορίας του ήταν και το νησί Κάπρι της νότιας Ιταλίας, γεγονός από το οποίο είναι εμπνευσμένη η ταινία «Ο ταχυδρόμος»[6]. Στη διάρκεια της εξορίας του ταξίδεψε σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, σε πολλές από τις οποίες δεν έγινε δεκτός εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων.
Ωστόσο, στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Αλιέντε και των συνεργατών του, ο Νερούδα αφήνει την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο. Το καθεστώς του Αγκούστο Πινοσέτ απαγορεύει να γίνει η κηδεία του ποιητή δημόσιο γεγονός. Ωστόσο, δεκάδες χιλιάδες κόσμου συρρέουν στην πρωτεύουσα της χώρας για να συνοδεύσουν τον αγαπημένο ποιητή στην τελευταία του κατοικία και, αναπόφευκτα, η κηδεία του Νερούδα γίνεται η πρώτη δημόσια διαμαρτυρία ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία της Χιλής. Τα έργα του παρέμειναν απαγορευμένα στη Χιλή μέχρι και το 1990.


Από το ποιητικό του έργο ξεχωρίζουν:

«Crepusculario»
«Veinte poemas de amor y una canciσn desesperada»
«Residencia en la tierra»
«Tercera residencia»
«Canto general»
«Los versos del capitα
«Odas elementales»
«Extravagario»
«Memorial de Isla Negra» και

«Confieso que he vivido»

Μιχαλακάκης Μιλτιάδης

Ο Ελληνικός Κινηματογράφος

Ο ελληνικός κινηματογράφος ξεκίνησε στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, με μικρό αριθμό ταινιών μέχρι το 1940 (35 κατά προσέγγιση). Η άνθισή του άρχισε μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, με 4-7 ταινίες το χρόνο μέχρι το 1950 και σταδιακά η παραγωγή αυξήθηκε μέχρι τις 60 ταινίες το 1960. Η χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου ήταν από το 1960 μέχρι το 1973 φτάνοντας μέχρι τις 97 ταινίες το χρόνο (με μέσο όρο 80 ταινίες το χρόνο). Από το 1974 μέχρι σήμερα η παραγωγή κυμαίνεται σε πολύ μικρότερα επίπεδα από 10 ταινίες μέχρι 40 ταινίες το χρόνο.
Ως πρώτες κινηματογραφικές λήψεις στον ελληνικό χώρο θεωρούνται εκείνες που πραγματοποίησε ο Βρετανός δημοσιογράφος Frederic Villiers στη διάρκεια του πολέμου του 1897. Το 1906κινηματογραφείται μια μικρού μήκους ταινία της Μεσολυμπιάδα που διεξάχθηκε τότε. Επρόκειτο για ταινία γυρισμένη με απλά τεχνικά μέσα, ωστόσο δεν έλειπαν και ορισμένα στοιχειώδη καλλιτεχνικά γνωρίσματα. Οπερατέρ ήταν κάποιος Λεόν για λογαριασμό της εταιρείας Πατέ.Όμως ο Λεών ως εικονολήπτης αμφισβητείται-ατεκμηρίωτα- και θεωρείται πως είναι ο Felix Mesguich. Ο Λεών πιθανότατα ήταν αντιπρόσωπος της Γαλλικής κινηματογραφικής εταιρείας Gaumont από το 1906 στην Ελλάδα. Ένα χρόνο αργότερα, το (190) έγινε μια ακόμη ταινία του είδους αυτού που παρουσίαζε τον εορτασμό της ελληνικής Εθνικής επετείου. Στα 1907, 1908 και 1911 γυρίζονται αντίστοιχα οι ταινίες Η εορτή του Βασιλέως Γεωργίου Α΄Η επιστροφή του διαδόχου Κωνσταντίνου και Από τη ζωή των μικρών πριγκήπωνΤο  ο Κώστας Μπαχατώρης, παρουσίασε στην οθόνη, το κωμειδύλλιο του Περισιάδη Γκόλφω, που γνώρισε στο θέατρο μεγάλη επιτυχία. Οπερατέρ της ταινίας ήταν ο Ιταλός Μαρτέλι και πρωταγωνίστρια η βεντέτα του θεάτρου της εποχής Ολυμπία Δαμάσκου. Είχε μήκος δύο χιλιάδες μέτρα, διαρκούσε δηλαδή περίπου μία ώρα και δέκα λεπτά, και γυρίστηκε εξ ολοκλήρου σ' ένα φωτογραφικό στούντιο. Η ταινία είχε πολλά ελαττώματα και λάθη αλλά ο κόσμος την υποδέχθηκε με ενθουσιασμό, πράγμα το οποίο παρακίνησε πολλούς να μιμηθούν τον Μπαχατώρη.
Στο σημείο αυτό τελειώνει η πρώτη περίοδος (του βωβού κινηματογράφου) και αρχίζει η αποκλειστική και συστηματική παραγωγή ταινιών του ομιλούντος. Δεν έχει βέβαια να παρουσιάσει ταινίες εντυπωσιακές από πλευράς τέχνης, εκτός από τα ντοκιμαντέρ του Προκοπίου και το Δάφνις και Χλόη του Λάσκου, για το οποίο έγινε και κάποια σχετική συζήτηση στην Ευρώπη, όπου κίνησε την περιέργεια και το ενδιαφέρον. Ο ελληνικός κινηματογράφος, στην πρώτη εποχή του, πορεύεται με πανάρχαια, ακατάλληλα τεχνικά μέσα και κινείται σε περιορισμένα οικονομικά περιθώρια. Εκτός από αυτό, χρησιμοποιεί ηθοποιούς του θεάτρου, χωρίς καμιά ιδιαίτερη ειδίκευση και εξοικείωση στον κινηματογραφικό φακό, που απαιτεί βέβαια εντελώς διαφορετική τεχνική. Παρόλα αυτά, είναι αξιοσημείωτη η υποστήριξη με την οποία το ελληνικό κοινό περιέβαλε την έβδομη τέχνη.

Ποσειδώνας Γραμμένος

Καταρράκτες

Μαγευτικά τοπία και τουριστικά θέρετρα αποτελούν και οι καταρράκτες. Καταρράκτης ονομάζεται το τμήμα εκείνο του ποταμού στο οποίο τα νερά του πέφτουν απότομα από μεγάλο ύψος σε χαμηλότερα επίπεδα χαρίζοντας μοναδικές στιγμές σε όσους παρακολουθούν την υδάπτωση αυτή. Σας παραθέτουμε τις πιο εντυπωσιακές φωτογραφίες που συγκεντρώσαμε.







Κοτρώτσιου Πηνελόπη

Κινηματογράφος

Ο κινηματογράφος ή αλλιώς σινεμά (από Κινηματογράφος -> cinématographe -> Cinema) αποτελεί σήμερα την αποκαλούμενη και έβδομη τέχνη. Αρχικά εμφανίστηκε περισσότερο ως μια νέα τεχνική καταγραφής της κίνησης και οπτικοποίησής της, όπως δηλώνει και ο ίδιος ο όρος (κινηματογράφος = κινήματα + γραφή).
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο κινηματογράφος παρέμενε χωρίς ήχο (βουβός κινηματογράφος) και συχνά οι προβολές ταινιών συνοδεύονταν από ζωντανή μουσική. Η ιστορία του ηχογραφημένου κινηματογραφικού ήχου ξεκίνησε το 1926, όταν η Warner Brothers παρουσίασε μία συσκευή (Vitaphone), η οποία έδινε τη δυνατότητα αναπαραγωγής μουσικής, μέσω ενός δίσκου που συγχρονιζόταν με την μηχανή προβολής της ταινίας. Βασισμένη σε αυτή τη νέα τεχνολογία, στα τέλη του 1927, κυκλοφόρησε η ταινία The Jazz Singer, η οποία αν και κατά το μεγαλύτερο μέρος της ήταν βουβή, υπήρξε η πρώτη που περιείχε διαλόγους.
Περίπου την ίδια περίοδο με την προσαρμογή του ήχου, ξεκίνησαν συστηματικές προσπάθειες για την προσθήκη χρώματος. Έγχρωμες ταινίες είχαν ήδη εμφανιστεί από τις αρχές του 20ου αιώνα, μέσω του χρωματισμού των κινηματογραφικών καρρέ με το χέρι, μέθοδος που εγκαταλείφθηκε σταδιακά, σε συνδυασμό και με την αύξηση της διάρκειας των ταινιών. Ανάμεσα στις πρώτες συνθετικές μεθόδους προσθήκης χρώματος, υπήρξε η Technicolor, η οποία τελειοποιήθηκε το 1941 (Monopack Technicolor), αν και παρέμενε ακριβή λόγω των περίπλοκων σταδίων διαχωρισμού και εμφάνισης των χρωμάτων. Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, εμφανίστηκε επιπλέον το έγχρωμο αρνητικό φιλμ της εταιρίας Eastman Kodak, το οποίο δεν απαιτούσε διαδικασία διαχωρισμού των χρωμάτων. Αν και μέχρι τη δεκαετία του 1950, η παραγωγή έγχρωμων ταινιών μειοψηφούσε, κατά τη δεκαετία του 1960 και χάρη στην ανάπτυξη της σχετικής τεχνολογίας, ο έγχρωμος κινηματογράφος επικράτησε.

Ελιρόη Βρυσιώτη, Μάχη Ζάχου, Νίνα Καμπά

Σεφέρης-Ελύτης: οι δύο κορυφαίοι Έλληνες ποιητές


Ο Γεώργιος Σεφέρης (1900-1971) και ο Οδυσσέας Ελύτης (1911-1996), που τιμήθηκαν με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (το 1963 ο πρώτος και το 1979 ο δεύτερος), αποτελούν ασφαλώς ιδιαίτερες περιπτώσεις για την παιδεία μας, ως Ελλήνων, αλλά και το πνευματικό ανάπτυγμα της Ελλάδας γενικότερα. Είναι από τους κορυφαίους ποιητές – της λεγόμενης γενιάς του ’30 – που έθεσαν τα θεμέλια για τη δημιουργία της νέας μας ποιητικής “μυθολογίας”, αξιοποιώντας τα μοντερνιστικά ρεύματα – κατ’ εξοχήν τις τάσεις του υπερρεαλισμού – της μεσοπολεμικής Ευρώπης.

Πέραν αυτών, ο Σεφέρης και ο Ελύτης, λόγω της επίσημης και σε διεθνές επίπεδο αναγνώρισης και αποδοχής του έργου τους (και με τις μεταφράσεις των ποιημάτων τους), έγιναν ιδανικοί πρεσβευτές του Ελληνικού πολιτισμού (στη διαχρονικότητά του) ανά την υφήλιο. Έτσι ο ελληνικός στοχασμός, για μια ακόμη φορά, έγινε απόκτημα μιας ευρύτερης – υπερεθνικής – κοινότητας.
Καθοριστική όμως υπήρξε, σε σχέση με τα παραπάνω, και η μελοποίηση ενός μέρους της πνευματικής τους δημιουργίας. Ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη και του Οδυσσέα Ελύτη επενδύθηκαν με τη μουσική σπουδαίων συνθετών και μουσουργών – με κορυφαίο τον Μίκη Θεοδωράκη. Κάποια μάλιστα τραγούδια απέκτησαν εμβληματική σημασία, χαράσσοντας εποχές.
Γνωστότερα ποιητικά έργα του Οδυσσέα Ελύτη είναι τα Άξιον Εστί, Ήλιος ο Πρώτος, Προσανατολισμοί, ενώ του Γεώργιου Σεφέρη. 

Κατερίνα Κατσαμάκα- Λίζα Μάλτα

Το σωστό timing στη φωτογραφία

Το κατάλληλο timing στο "click" και τα κορυφαία αποτελέσματα του


Ακατόρθωτο να πιάσεις αυτό το χαμόγελο την ώρα του ύπνου κι όμως αληθινό.


Τι να είδε άραγε και του "βγήκαν τα μάτια έξω";


Θα διάβασε μαθηματικά


Στο αίμα του το modeling


Είναι μεγάλος ο ενθουσιασμός.. 


Η μικρή γοργονοπεταλουδίτσα της παρέας


Το καθένα τους μοντέλα, αλλά πάντα η οπτική γωνία της φωτογραφικής και λίγη τύχη φέρνει εξαίρετα και αστεία αποτελέσματα!


Κατερίνα Κατσαμάκα-Λίζα Μάλτα

Κινηματογράφος - Το κινητοσκόπιο

Τα σημαντικότερα ίσως επιτεύγματα σχετικά με την ανάπτυξη της κινηματογραφικής τεχνικής έγιναν στα τέλη του 1880, με κυριότερο ίσως, την εφεύρεση του κινητοσκοπίου από τον Ουίλλιαμ Ντίκσον, ο οποίος εργαζόταν στα εργαστήρια του Τόμας Έντισον. Το κινητοσκόπιο, ήταν μία μηχανή προβολής, με δυνατότητα να προβάλλει την κινηματογραφική ταινία σε ένα κουτί, το οποίο ήταν ορατό μόνο από έναν θεατή, μέσω μιας οπής. Η συσκευή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά επίσημα στις 20 Μαΐου του 1891, μαζί με την πρώτη κινηματογραφική ταινία.

Η κίνηση ενός άντρα ντυμένου στα άσπρα, σε μαύρο φόντο, σε διαδοχικές φωτογραφήσεις ανά 1/10 του δευτερολέπτου.
 

Ελιρόη Βρυσιώτη, Μάχη Ζάχου, Νίνα Καμπά

Αρχαίο Ελληνικό θέατρο

Το αρχαίο ελληνικό θέατρο, θεσμός της αρχαιοελληνικής πόλης-κράτους, διδασκαλία και τέλεση θεατρικών παραστάσεων, επ' ευκαιρία των εορτασμών του Διονύσου, αναπτύχθηκε στα τέλη της αρχαϊκής περιόδου και διαμορφώθηκε πλήρως κατά την κλασική περίοδο -κυρίως στην Αθήνα. Φέρει έναν έντονο θρησκευτικό και μυστηριακό χαρακτήρα κατά τη διαδικασία της γέννησής του, αλλά και έναν εξίσου έντονο κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα κατά την περίοδο της ανάπτυξής του.
 Στην αρχαία Ελλάδα θέατρο ονομάζονταν αρχικά το ακροατήριο και αργότερα η ονομασία επικράτησε για τον τόπο των παραστάσεων με το σύνολο των κτισμάτων του. Ήδη, στα μινωικά ανάκτορα υπήρχαν ειδικοί χώροι με δύο κλίμακες σε ορθή γωνία που προορίζονταν για θρησκευτικούς χορούς και τις λειτουργίες. Σχετικά δείγματα βρέθηκαν στη Φαιστό, στην Κνωσό κ.α. Η αρχαιότερη μορφή του ελληνικού κοίλου (6ος αι. π.Χ.), της θέσης δηλαδή των θεατών, ήταν ένα σύνολο ξύλινων εδωλίων που τοποθετούνταν γύρω από ένα επίπεδο κυκλικό χώρο, την ορχήστρα, όπου εκτυλισσόταν το δράμα. Στην μετέπειτα εξέλιξη του θεάτρου, όταν τη δράση ανέλαβαν αποκλειστικά οι ηθοποιοί, δημιουργήθηκε η υπερυψωμένη πάνω από την ορχήστρα σκηνή και το προσκήνιο.
Το θέατρο στην αρχαία Ελλάδα έχει τις ρίζες του  στη λατρεία του Διονύσου, θεού του κρασιού και της γονιμότητας, έναν από τους θεούς του Ολύμπου που τιμήθηκε στον ελληνικό κόσμο.
Στο μύθο, οι οπαδοί του Διονύσου ήταν σάτυροι, μεθυσμένοι, μισοί ζώα, μισοί ανθρώπινα πλάσματα, και Μαινάδες, ή «τρελές γυναίκες». Στην αρχαία Ελλάδα οι οπαδοί του Διονύσου έπαιζαν μερικές φορές αυτούς τους ρόλους (προσποιούνταν ότι είναι σάτυροι ή μαινάδες) στις θρησκευτικές τελετές τους, με πολύ τραγούδι, ποτό, χορό και προς τιμήν του θεού τους.
Αυτή η γιορτή, η οποία λάμβανε χώρα τον Δεκέμβριο στην ύπαιθρο και τον Μάρτιο στην πόλη, δεν ξεκινούσε μέχρι να ολοκληρωθούν ορισμένα τελετουργικά. Η απόδοση ενός διθυράμβου, ένα τραγούδι αφιερωμένο στον Διόνυσο, παιζόταν πριν την ιεροτελεστία.
 Αυτή η νέα μορφή παράστασης που εισήχθη στο ευρύ κοινό, κέρδισε γρήγορα δημοτικότητα και ο Πεισίστρατος αποφάσισε να κατασκευάσει ένα θέατρο, για την απόδοση των διθυράμβων προς τιμήν του Διονύσου. Σύμφωνα με τον κανόνα του Πεισίστρατου, μετατράπηκε σε τραγωδία διαγωνισμό για το καλύτερο παιχνίδι σε 538 Π.Χ.. Σύντομα έκτοτε, οι θεατρικές παραστάσεις απέκτησαν νέα σημασία και νόημα, και το 534 π.Χ έγινε η πρώτη γιορτή του Διονύσου. Η πρώτη καταγεγραμμένη νίκη στο διονυσιακό Φεστιβάλ έλαβε χώρα την ίδια χρονιά, όταν ο Θέσπις, επίσης θεατρικός συγγραφέας, κέρδισε τον αγώνα.